- τρυγωδοποιομουσική
- ἡ, Α (στον Αριστοφ.) η τέχνη τής κωμωδίας.[ΕΤΥΜΟΛ. < *τρυγῳδοποιός (< τρυγῳδός + -ποιός*) + μουσική].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
τρυγῳδοποιομουσική — the art of comedy fem nom/voc sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)